Ολοκληρώθηκε η
πρώτη φάση προετοιμασίας του φακέλου υποψηφιότητας του Βόλου ως Πολιτιστικής
Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 2021 και η μελέτη ήδη παραδόθηκε στον ΔΟΕΠΑΠ –
ΔΗΠΕΘΕ του Δήμου Βόλου. Υπενθυμίζεται ότι
το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης πήρε το Φεβρουάριο του 2014 την καταρχήν απόφαση
για τη διεκδίκηση της υποψηφιότητας αυτής και ανέθεσε την εκπόνηση της πρώτης
φάσης προετοιμασίας του φακέλου υποψηφιότητας στον ΔΟΕΠΑΠ – ΔΗΠΕΘΕ, ως καθ’ ύλην αρμόδιο
δημοτικό φορέα. Η μελέτη συντάχθηκε από τον συνθέτη και Καθηγητή Πανεπιστημίου,
Δημήτρη Μαραγκόπουλο, ο οποίος, ως γνωστόν, υπήρξε ο επί 25ετία καλλιτεχνικός
διευθυντής του Δημοτικού Ωδείου, με γενικότερη πολύπλευρη συμμετοχή στα
καλλιτεχνικά δρώμενα της πόλης και με πλούσια εμπειρία από διεθνείς εκδηλώσεις
και θεσμούς.
Στο σκεπτικό της απόφασης
του Δημοτικού Συμβουλίου αλλά και του Δ.Σ. του ΔΟΕΠΑΠ – ΔΗΠΕΘΕ, εκφράστηκε η
πεποίθηση ότι η πόλη έχει τη δυνατότητα να καλύψει πλήρως τα κριτήρια μιας
τέτοιας υποψηφιότητας, να διεκδικήσει αξιοκρατικά τον τίτλο και να πετύχει
πολλαπλά κοινωνικά, πολιτιστικά, τουριστικά και αναπτυξιακά οφέλη.
Όπως τονίζει σε δήλωσή του ο Δήμαρχος Βόλου, Πάνος
Σκοτινιώτης, «η δυνατότητα να συμμετέχει όχι μόνο ο Δήμος Βόλου άλλα και η ευρύτερη
περιοχή της Μαγνησίας, οι παραδόσεις, η εμπειρία, η φυσική θέση της πόλης, οι
υποδομές και κυρίως η αναπτυσσόμενη διάθεση για ανανέωση και ανατροπές πέραν
των συχνά ανακυκλούμενων πολιτιστικών πρακτικών του παρελθόντος, κάνουν την
ανάγκη διεκδίκησης του θεσμού ένα ουσιαστικό και δημιουργικό στόχο ουσίας. Ειδικά
τώρα, σε αυτά ακριβώς τα χρόνια της βαθιάς
οικονομικής και κοινωνικής
κρίσης και της κρίσης αξιών, ο θεσμός και ο τίτλος “Βόλος, Πολιτιστική
Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2021” αποτελούν
ένα όραμα ουσίας, ένα στρατηγικό στόχο για την πόλη, γεμάτο πολιτισμό, με οφέλη
και θετική ενέργεια. Είμαστε βέβαιοι πως ο στόχος αυτός θα ενώσει όλες τις παρατάξεις του νέου Δημοτικού
Συμβουλίου και θα αποτελέσει ευκαιρία
για δημιουργικές προτάσεις και ιδέες και ουσιαστική συμβολή στο το πώς μπορούμε
να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί στην επίτευξή του» .
Σύμφωνα με τις
τελευταίες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Ελλάδα (μαζί με τη
Ρουμανία) θα αναδείξουν τις δυο πολιτιστικές πρωτεύουσες για το 2021. Συγκεκριμένα,
μια ευρωπαϊκή ομάδα από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μέσα από διαδικασίες που
ορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα κρίνει τις υποψηφιότητες που θα
υποβληθούν από κάθε χώρα και θα επιλέξει μια πολιτιστική πρωτεύουσα από την
κάθε χώρα. Ο πλήρης φάκελος θα πρέπει να υποβληθεί δέκα μήνες μετά την επίσημη
πρόσκληση ενδιαφέροντος, η οποία αναμένεται να γίνει στο αμέσως επόμενο
διάστημα. Η επίσημα ανακήρυξη θα γίνει μέχρι τα τέλη του 2016.
Η προετοιμασία το
τελικού φακέλου αποτελεί εξαιρετικά επίπονη και αναλυτική διαδικασία, που
απαιτεί πλήρως εμπεριστατωμένα στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν τη δυνατότητα
και ικανότητα της πόλης να διοργανώνει ένα θεσμό με διεθνή διάσταση.
Οικονομικά, οργανωτικά, τεχνικά και, φυσικά, καλλιτεχνικά και πολιτιστικά
κριτήρια, πρέπει να συμπεριληφθούν με τρόπο απολύτως εμπεριστατωμένο.
Όπως τονίζει σε
δήλωσή του ο πρόεδρος του ΔΟΕΠΑΠ – ΔΗΠΕΘΕ, Παύλος Μαβίδης, «πρόκειται, από εδώ
και πέρα, για μια διαδικασία που απαιτεί ομάδες εργασίας με συμμετοχή του
τοπικού δυναμικού, ταχύτητα, συντονισμό και ισχυρή πολιτική βούληση. Με την
ολοκλήρωση της πρώτης φάσης προετοιμασίας του φακέλου υποψηφιότητας, η πόλη
έχει κάνει ένα πολύ σημαντικό βήμα στη σκληρή άμιλλα των πόλεων (ήδη αρκετές
έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους), κερδίζοντας χρόνο και κατέχοντας κρίσιμες
πληροφορίες, ώστε η προετοιμασία του τελικού φακέλου να γίνει σε ασφαλές έδαφος».
Τα εμπεριστατωμένα
στοιχεία που συμπεριλαμβάνονται στη μελέτη προήλθαν από τις εμπειρίες, τις
αξιολογήσεις και τα επίσημα στοιχεία όλων των πόλεων που αναδείχθηκαν ως πολιτιστικές
πρωτεύουσες, από το 1985 που ξεκίνησε ο θεσμός – με πρόταση της Μελίνας
Μερκούρη – μέχρι πέρυσι. Τα στοιχεία από τις προηγούμενες πολιτιστικές
πρωτεύουσες αφορούν τους προϋπολογισμούς, τις κατανομές των ποσών στους
διάφορους τομείς, τις επικοινωνιακές στρατηγικές, την αναζήτηση των πόρων,
χρηματοδοτήσεων και χορηγιών, την ανάπτυξη τουριστικής πολιτικής, τους τρόπους
κινητοποίησης και συμμετοχής του τοπικού δυναμικού, τον εθελοντισμό, τη
διοικητική δομή του οργανισμού που θα έχει τη διοίκηση και κάθε άλλη πληροφορία
που δίνει μια πιο διάφανη και αντικειμενική εικόνα του όλου εγχειρήματος.
Στατιστικές, σχεδιαγράμματα, αξιολογήσεις από διεθνή όργανα θεμελιώνουν όλα τα
παραπάνω, ενώ στο τέλος της μελέτης διατυπώνεται μια πρώτη πρόταση για το
συνολικό σκεπτικό και τη φιλοσοφία της, όπου απαιτείται από την Επιτροπή
Αξιολόγησης να υπάρχει σαφήνεια και ταυτότητα.
Αξίζει πάντως να
τονιστεί ότι στα πρόσφατα κριτήρια επιλογής, πέρα από τη θετική προσμέτρηση των
εκδηλώσεων που διασφαλίζουν την πολυμορφία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού και της
συμβολής της πόλης σε αυτούς, αναδεικνύεται σε κεντρικό κριτήριο η ενίσχυση
δράσεων που θα έχουν μακροπρόθεσμη συμβολή στην ανάπτυξη της πόλης, και αυτό
αφορά έργα υποδομής και θεσμούς μόνιμους. Επίσης ενισχύεται το κριτήριο της
συμμετοχής του τοπικού πληθυσμού όχι μόνο στις εκδηλώσεις, αλλά και στην
υλοποίηση του θεσμού. Αναμφισβήτητα μια πόλη που αναλαμβάνει ένα τέτοια θεσμό
έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει και να αναδείξει εξαιρετικά αποτελεσματικά το
διεθνές προφίλ της και πριν απ’ όλα να αποδείξει ότι ο πολιτισμός είναι μια
διαδικασία όχι πολυτέλειας και σπατάλης αλλά κοινωνική, αναπτυξιακή και
καταλυτική, ιδιαίτερα στην τόσο δύσκολη και σύνθετη εποχή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου