Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

«Περί πολιτικού κόστους στις δημοτικές υποθέσεις….»

Του Νικολάου Μόσχου, Αντιδημάρχου Βόλου

Ας ξεκινήσουμε πρώτα απ’ όλα με μερικές παραδοχές. Πρώτη παραδοχή: Το να λες  πράγματα «αρεστά» στον κόσμο, στους πολίτες, στους εν δυνάμει ψηφοφόρους, ήταν ένας από τους παράγοντες που οδήγησε τη χώρα στην κατάσταση που βιώνει τα τελευταία  χρόνια.  Το αποκαλούμενο «πολιτικό κόστος»  οδηγούσε το πολιτικό προσωπικό  να παραβλέπει το δημόσιο συμφέρον ή να μην αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και δράσεις  που είχε ανάγκη η χώρα ή εν προκειμένω η πόλη, με απώτερο φυσικά σκοπό,  να διατηρείται επί μακρόν στην εξουσία. Είναι προφανές, ότι η τέχνη της πολιτικής ασκείται στην Ελλάδα από την πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού με λάθος τρόπο.  Η ιδεολογία που πάντοτε υπερίσχυε ήταν εκείνη του συντηρητισμού και της προάσπισης συντεχνιακών συμφερόντων
Δεύτερη  παραδοχή
Πολιτικό κόστος σημαίνει η εκτίμηση, ο υπολογισμός της απώλειας σε πολιτική δύναμη, η οποία σε μια δημοκρατία μεταφράζεται σε απώλεια ψήφων και ενδεχομένως σε εκλογική ήττα.
Ωστόσο  πολιτικό κόστος δεν σημαίνει και δεν πρέπει να σημαίνει αδιαφορία για την αντίδραση, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση, διαφορετική αντίληψη ή προσέγγιση των πραγμάτων από ομάδες πληθυσμού.  Παρατηρείται το φαινόμενο τα τελευταία δύο χρόνια η φράση «δεν υπολογίζουμε το πολιτικό κόστος» να χρησιμοποιείται σε κυβερνητικό επίπεδο, σε κάθε εξαγγελία αντικοινωνικών μέτρων, ως βασικού πλέον επικοινωνιακού εργαλείου, με στόχο να παρουσιαστεί η κυβέρνηση ως μια θαρραλέα, ηθική, ατρόμητη ομάδα διαχείρισης. Αυτή θεωρώ ότι είναι μια διαφορετική και στρεβλή προσέγγιση  του πολιτικού marketing.
Έκφανση του πολιτικού κόστους είναι ο «παρηγορητικός πολιτικός λόγος», το φιλικό χτύπημα στην πλάτη, το να λες ναι στα πάντα και στους πάντες, οι δημόσιες σχέσεις, η καλλιέργεια γνωριμιών, η αποφυγή «σαν τον διάολο το λιβάνι» συγκρούσεων με συντεχνίες

Τρίτη παραδοχή.
Ο ακέραιος και σώφρων πολιτικός, σε αντίθεση με τον πολιτικάντη, τον λαϊκιστή, τον δημαγωγό, οφείλει να μην καθοδηγείται από υπολογισμούς πολιτικού κόστους, μη διστάζοντας να υιοθετεί μέτρα που μπορεί να μην είναι δημοφιλή σε μια συντεχνία με απώτερο βέβαια στόχο την εξυπηρέτηση του δημοτικού συμφέροντος.

Τέταρτη παραδοχή.
Ο πολίτης εκτιμά και αναγνωρίζει την πολιτική που ασκείται χωρίς πολιτικό κόστος, αρκεί βέβαια να μην εντάσσεται στη συντεχνία η οποία θίγεται. Σε αυτή την περίπτωση το ατομικό συμφέρον υπερισχύει του ορθολογισμού και της ανάγκης εξυπηρέτησης του συμφέροντος των πολλών.

Πέμπτη παραδοχή
Εφόσον λοιπόν αποδέχεται κάποιος και τις ως άνω παραδοχές, καταλήγει αβίαστα και στο συμπέρασμα, ότι ένα από τα κριτήρια  επιλογής παράταξης και προσώπων  σε αυτές τις ακομμάτιστες και «αχρωμάτιστες» εκλογές είναι η επιλογή προσώπων που δεσμεύονται ότι θα κινηθούν με βάση το συμφέρον του «όλον», χωρίς πολιτικάντικους υπολογισμούς, χωρίς να υπολογίζουν το πολιτικό κόστος. 
Θεωρώ ότι ένα από τα πράγματα που οφείλει να αναγνωρίσει κανείς σε αυτή την δημοτική αρχή, είναι ακριβώς ότι κινήθηκε χωρίς να υπολογίσει το πολιτικό κόστος, πολιτεύθηκε σαν να μην επρόκειτο να υπάρξει ξανά συμμετοχή σε εκλογική διαδικασία, με βασικό γνώμονα το δημοτικό συμφέρον, με συνέπεια την σύγκρουση με πολλές συντεχνιακές ομάδες. Αποτέλεσε συνειδητή επιλογή και πολιτική να θίξουμε όλα τα θέματα, που αποτελούσαν «ταμπού» για την πόλη, που καμία δημοτική αρχή δεν τα άγγιξε ή τα προσέγγισε φοβικά
Η προστασία του δημόσιου χώρου, η απομάκρυνση των νάιλον και των παράνομων κατασκευών, η θεσμοθέτηση κανονιστικών αποφάσεων,  η αποξήλωση περιπτέρων, η χωροθέτηση των λαϊκών αγορών μετά από 15 χρόνια, η (για πρώτη φορά) χωροθέτηση των οίκων ανοχής, η διαφορετική χωροθέτηση του δικαστικού μεγάρου, η χρήση του γερανού λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές ή πολύ περισσότερο η τοποθέτηση των κορυνών στη Δημητριάδος που θα λάβει χώρα την ερχόμενη εβδομάδα, η σύγκρουση με κομματικούς πραιτοριανούς εντός δήμου, η σύγκρουση με τις εταιρείες κολοσσούς κινητής τηλεφωνίας στην προσπάθεια μας να ξεκαθαρίσουμε το πεδίο των καμουφλαρισμένων κεραιών στην πόλη, είναι ορισμένα ενδεικτικά έμπρακτα παραδείγματα, για το πώς αντιληφθήκαμε την διαχείριση των δημοτικών υποθέσεων. Περαιτέρω ο ορθολογικός τρόπος διαχείρισης και λήψης αποφάσεων επί του σχεδίου προεδρικού διατάγματος για το Ρυθμιστικό Σχέδιο Βόλου και επί της μελέτης της αναθεώρησης και επέκτασης του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου είναι επίσης χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το πιο εύκολο πράγμα για μια δημοτική αρχή, θα ήταν να υιοθετήσει άκριτα τα εκατοντάδες αιτήματα που αφορούσαν ένταξη στο σχέδιο πόλης ατομικών ιδιοκτησιών και να ικανοποιήσει αντίστοιχα εκατοντάδες υποψήφιους ψηφοφόρους.  Δεν κινηθήκαμε ωστόσο με τον τρόπο αυτό. Οι αρνητικές γνωμοδοτήσεις μας ήταν περισσότερες από αυτές που υιοθετήσαμε, αφού προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε προτάσεις βιώσιμες, ρεαλιστικές προς όφελος της πόλης, σε σύμπνοια με άλλους φορείς όπως το ΤΕΕ και ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων. Δεν διστάσαμε να έλθουμε σε σύγκρουση ακόμη και με ισχυρά συμφέροντα. Προτιμήσαμε να υποστούμε την «λάσπη», παρά να ενδώσουμε.
Παρά την γενικότερη δικαιολογημένη αγανάκτηση που υπάρχει, οι συμπολίτες μας είναι υπεύθυνοι και ώριμοι να μπορούν να διακρίνουν πρόσωπα και καταστάσεις. Θέλω να πιστεύω ότι αυτή ακριβώς η διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων θα εκτιμηθεί και ότι δεν θα γυρίσουμε σε άλλες εποχές, επιβραβεύοντας τον λαϊκισμό και τους εκφραστές αυτού, τις δημόσιες σχέσεις και τα «φιλικά χτυπήματα» στην πλάτη.



Δεν υπάρχουν σχόλια: